τρίαργον

τρίαργον
το, Ν
(βυζ. μουσ.) σύμβολο τής βυζαντινής παρασημαντικής, ένας από τους χαρακτήρες χρόνου, που έχει διπλή ενέργεια, τού γοργού και στη συνέχεια τριών επί πλέον χρόνων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”